- συναμεταξύ
- Νεπίρρ. (συν. με προσ. αντων.) ανάμεσα, μεταξύ («να μείνει συναμεταξύ μας»).[ΕΤΥΜΟΛ. < *συν-ανα-μεταξύ (< συν-* + ανά + μεταξύ) με απλολογία].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
συναμεταξύ — επίρρ. τοπ., ανάμεσά μας / σας / τους: Έχουν προβλήματα συναμεταξύ τους. – Συναμεταξύ σας δεν πρέπει να γίνονται αυτά. – Θα σου πω έναμυστικό, αλλά να μείνει συναμεταξύ μας … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
αλλήλως — επίρρ. (Μ ἀλλήλως) 1. αμοιβαία, μεταξύ τους, με τρόπο που να υπάρχει θετική ή αρνητική σχέση τού ενός προσώπου με το άλλο ή τα άλλα, με τρόπο που να δημιουργείται ανταλλαγή αισθημάτων, υποχρεώσεων κ.λπ. από πρόσωπο σε πρόσωπο 2. μόνοι τους,… … Dictionary of Greek